Η ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ, όπως διακηρύχθηκε στην Λευκή Βίβλο 2030 της ΕΕ (Rearm EU), περιλαμβάνει την αύξηση των αμυντικών προϋπολογισμών, την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών.
- Ευρωπαϊκός Στρατός
Είναι όμως απορίας άξιο με πόση ευκολία μιλούν πολλοί πολιτικοί σε Ελλάδα και Ευρώπη για την δημιουργία ενιαίου Ευρωπαϊκού στρατού ή “Ευρωστρατού” όπως τον αποκαλούν, θεωρώντας ότι έτσι θα δοθούν λύσεις σε θεμελιώδη προβλήματα ολοκλήρωσης της ΕΕ. Ας το ξεκαθαρίσουμε λοιπόν, ότι δεν είναι δυνατόν με το παρόν θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ να υπάρξει ενιαίος ευρωπαϊκός στρατός, εάν δεν καθορισθούν πρώτα τα εξής:
α) Πολιτική συνοχή της ΕΕ
β) Εδαφική κυριαρχία της ΕΕ
γ) Ευρωπαϊκό Σύνταγμα
δ) Κοινή διακυβέρνηση και διοικητική οργάνωση του στρατού
Το μόνο που μπορεί να γίνει προς το παρόν, είναι στην λογική της προσφοράς εθνικών δυνάμεων από τις χώρες, ανάλογα με τις επιχειρήσεις που αποφασίζονται. Να υπάρχουν ασώματες διοικητικές δομές στρατηγικού επιπέδου και ad hoc επιχειρησιακού, πολυεθνικές, με προσφορά εθνικών στρατιωτικών δυνάμεων από τις συμμετέχουσες χώρες της ΕΕ (όπως υπάρχουν), αλλά σε καμία περίπτωση δεν συνιστά αυτό κοινό Ευρωπαϊκό στρατό. Και οπωσδήποτε να καθορισθούν οι απειλές και προκλήσεις. Είναι θετικό ότι στην Λευκή Βίβλο 2030 επικρίνεται η Τουρκία για την κατοχή τμήματος της Κύπρου, μίας χώρας μέλος της ΕΕ, πλην όμως πουθενά δεν αναφέρεται ότι η Τουρκία συνιστά εμπράκτως απειλή και για την Ελλάδα.
- Αμυντικές Δαπάνες σε ΕΕ και ΗΠΑ
Σήμερα η ΕΕ (όλες οι χώρες μέλη της ) ξοδεύουν περίπου 270 δις ευρώ για τις αμυντικές δαπάνες. Οι ΗΠΑ ξοδεύουν ετησίως περίπου 850 δις δολάρια (3,15% ΑΕΠ).
Για να φτάσει η ΕΕ να ξοδέψει 800 ακόμη δις μέχρι το 2030, χρειάζεται να αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες κατά περίπου 130 δις το χρόνο. Η ΕΕ έχει σήμερα περίπου 16 τρις ευρώ συνολικό ΑΕΠ. Δηλαδή οι αμυντικές δαπάνες είναι συνολικά το 1,69 % του συνολικού ΑΕΠ και σ΄τμφωνα με τις διακηρύξεις πρέπει να πάει περίπου στο 2.5% ετησίως (400 δις ευρώ ετησίως).
Ο στόχος αν και φαίνεται εφικτός, εν τούτοις δεν είναι ρεαλιστικός, είναι υπερβολικά αισιόδοξος (από που θα αντληθούν τα χρήματα;). Και επίσης, πέραν της ενδεχόμενης άντλησης των χρημάτων από κοινωνικά σημαντικά πεδία, σοβαρότατο πρόβλημα είναι και ότι τα έξοδα αυτά εκτιμάται ότι δεν θα πάνε για την αυτόνομη Ευρωπαϊκή άμυνα αλλά στον μεγαλύτερο βαθμό, για την κάλυψη της απαίτησης των ΗΠΑ να αυξήσουν οι χώρες της ΕΕ τις αμυντικές τους δαπάνες, όπως έχουν υποχρέωση προς το ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ παροτρύνουν την Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη εντός του ΝΑΤΟ, ειδικά καθώς η Ουάσιγκτον στρέφει την προσοχή της στην Κίνα.
Δεν μπορεί όμως η ΕΕ (πολλές χώρες μέλη) να δίνει τεράστια ποσά για τον εαυτό της (για αυτόνομο ενιαίο στρατό όπως ισχυρίζονται επιπόλαια πολλοί πολιτικοί) αλλά και για το ΝΑΤΟ. Πολλές χώρες της ΕΕ έχουν ήδη υψηλά επίπεδα χρέους (π.χ. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα, Βέλγιο) και δυσκολεύονται για να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε αυτές τις ραγδαίες αυξήσεις. Οι χώρες με ισχυρότερες οικονομίες (Γερμανία, Ολλανδία, Σουηδία) ενδέχεται να πιέσουν για δαπάνες, αλλά θα περιμένουν κι επιμερισμό των βαρών.
Επίσης υπάρχουν πολλοί περιορισμοί και αδυναμίες στην αμυντική βιομηχανική ικανότητα της ΕΕ έναντι των ΗΠΑ. Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία δεν είναι πλήρως προετοιμασμένη για μια τέτοια ταχεία αύξηση της παραγωγής και των δαπανών. Πρέπει να αντιμετωπιστούν τα σημεία συμφόρησης στην παραγωγή (π.χ. περιορισμένα εργοστάσια πυρομαχικών, μεγάλοι χρόνοι παράδοσης για μαχητικά αεροσκάφη και άρματα μάχης). Η προβαλλόμενη ως στόχος μέχρι το 2030 στρατηγική αυτονομία (μείωση της εξάρτησης από τα όπλα των ΗΠΑ σε εξαιρετικά σύντομο διάστημα 5ετίας) θα απαιτήσει σημαντικές επενδύσεις στην τοπική αμυντική παραγωγή, που ακόμη και με το να αλλάξει ο υπολογισμός τους στα δημόσια χρέη των χωρών, εν τούτοις από κάπου αλλού θα πρέπει να αντληθούν. Και ακόμη και αν η ΕΕ καταφέρει να γίνει ανταγωνιστική στις πωλήσεις αμυντικού υλικού έναντι των ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας, εν τούτοις θα επηρεασθεί η αναπτυξιακή ικανότητα της ΕΕ και κυρίως η παραγωγική της ΕΕ σε ζωτικά και κρίσιμα αγαθά λόγω έλλειψης διαθεσιμότητας κεφαλαίων για επενδύσεις.
Η Γεωπολιτική Πίεση που ήδη υφίσταται η ΕΕ είναι προφανής, πέραν του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας και της ενεργειακής μετάβασης, και έχει οδηγήσει σε αύξηση τις αμυντικές δαπάνες, στερώντας κρίσιμα επενδυτικά κεφάλαια από επενδύσεις σε αναπτυξιακές παραγωγικές δραστηριότητες, όπως δείχνουν άλλωστε και οι χαμηλοί δείκτες ανάπτυξης όλης της ΕΕ. Σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες εκτιμήσεις, το 2024, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) αυξήθηκε μόνο κατά 0,8% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβλεπε μικρή ανάπτυξη στο 1,5% για το 2025 και στο 1,8% για το 2026, χωρίς όμως να έχει λάβει υπ’ όψη της τις νέες αμυντικές δαπάνες.
Όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο ρυθμός ανάπτυξης το 2024 ήταν 3% ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Federal Reserve System) αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη του 2025, εκτιμώντας ρυθμό ανάπτυξης 1,7%, καθώς και άνοδο του πληθωρισμού πάνω από 2% αλλά και της ανεργίας. Αυτή η αναθεώρηση αποδίδεται στην αβεβαιότητα που προκλήθηκε από τους δασμούς που επέβαλε η κυβέρνηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Συνολικά, οι προβλέψεις δείχνουν ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην οικονομική τους ανάπτυξη, με την ΕΕ να αναγκασθεί να αναπροσαρμόσει τους στόχους της και τις ΗΠΑ να προσαρμόσει τις προβλέψεις τους λόγω εμπορικών, πολιτικών και συναφών αβεβαιοτήτων.
Συνεπώς η ΕE θα πρέπει να επενδύσει πρωτίστως στην πολιτική συνοχή της, με επιδίωξη πρώτα για ενιαία πολιτική ασφάλειας και άμυνας, ώστε να μπορεί να υπάρξει καλύτερη συντονισμένη αντίδραση απέναντι σε εξωτερικές απειλές τις οποίες θα πρέπει να προσδιορίσει αναλαμβάνοντας και την ευθύνη της προστασίας της εδαφικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της ΕΕ.
Είναι επίσης αναγκαίο να αναζητήσει περισσότερες διπλωματικές λύσεις, προκειμένου να διατηρήσει τη σταθερότητα και να αποφύγει τις συγκρούσεις. Η ενίσχυση των σχέσεων στο εσωτερικό της καθώς και η συμμετοχή της με ενιαία φωνή σε διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες είναι κρίσιμης σημασίας.
Η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις προκλήσεις και τις ανάγκες της ευρωπαϊκής ασφάλειας μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της υποστήριξης για τις σχετικές πολιτικές.
- Χρηματοδότηση της αμυντικής αυτονομίας της ΕΕ
Όπως αναλύθηκε, το κόστος του προγράμματος επανεξοπλισμού της Ευρώπης (RearmEU), προβλέπεται σε πρώτη φάση να είναι στα 800 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2030. Σύμφωνα με τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέρος αυτών των κεφαλαίων θα προέλθει από την άντληση έως και 150 δισεκατομμυρίων ευρώ από το μέσο «SAFE», «Δράση Ασφάλειας για την Ευρώπη», που προορίζεται να παράσχει δάνεια στα κράτη-μέλη της ΕΕ για επενδύσεις στην άμυνα, και να αντλήσει κεφάλαια από τις κεφαλαιαγορές. Τα αντληθέντα κεφάλαια θα διατεθούν στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη κατόπιν αιτήματος, βάσει εθνικών σχεδίων.
Επιπλέον, εγκρίθηκε η εξαίρεση των αυξημένων αμυντικών δαπανών από τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, όπως το έλλειμμα, προκειμένου να διευκολυνθούν οι χώρες να επενδύσουν στην άμυνα χωρίς να παραβιάζουν τα όρια του Συμφώνου Σταθερότητας.
Παράλληλα προβλέπεται η χρηματοδότηση να προέλθει από το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας και τα υπόλοιπα από την αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών μελών, σε συνδυασμό με επενδύσεις που θα στηρίξει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
- Αύξηση της συνεισφοράς των κρατών-μελών στο EDF. Το EDF και η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) αποτελούν βασικές πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη βελτίωση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ευρώπης.
- Κοινά αμυντικά ομόλογα της ΕΕ
- Συμπράξεις με την αμυντική βιομηχανία για την ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων.
Το σχέδιο προβλέπει να γίνεται επένδυση σε κρίσιμα οπλικά συστήματα και τουλάχιστον το 65% των εξαρτημάτων θα πρέπει να είναι ευρωπαϊκής προέλευσης. Υπάρχει δυνατότητα συμμετοχής στο 35% από οι χώρες που έχουν συμφωνία εταιρικής σχέσης στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας με την ΕΕ. Επίσης οι εταιρείες στην Ευρώπη δεν είναι απαραίτητο να είναι ευρωπαϊκές, μπορεί επίσης να είναι θυγατρικές από διαφορετική εταιρεία, με έδρα την ΕΕ.
Σε στρατηγικό επίπεδο επίσης είναι αναγκαία και ανάπτυξη ενός κοινού ευρωπαϊκού πυρηνικού αποτρεπτικού δόγματος, με δεδομένη την απειλή από τη Ρωσία και την αβεβαιότητα γύρω από την αμερικανική πυρηνική προστασία. Η Γαλλία θα μπορούσε να προσφέρει μια ευρωπαϊκή πυρηνική ασπίδα με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Ζωτικές στρατηγικές επενδύσεις πρέπει να αυξηθούν και στην κυβερνοάμυνα της ΕΕ, προκειμένου να δημιουργεί ένας κοινός μηχανισμός αντιμετώπισης κυβερνοεπιθέσεων.
ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Η ΕΕ χρειάζεται τις ΗΠΑ και οι ΗΠΑ χρειάζονται την ΕΕ.
- Αντί να αντιπαλεύουν μεταξύ τους, οφείλουν οι πολιτικοί ηγέτες να βρουν άμεσα λύσεις, διαπραγματευόμενοι ρεαλιστικά.
- ΟΙ δε ΗΠΑ χρειάζονται επιτακτικά την ΕΕ, αλλιώς θα κληθούν να αντιμετωπίσουν την Κίνα και τις ανερχόμενες ασιατικές δυνάμεις μόνες τους.
- Η ΕΕ έχει να διαχειριστεί όχι μόνο το ζήτημα της Ρωσίας αλλά θα είναι ο άμεσος δέκτης όλων των συγκρούσεων, προκλήσεων και ζητημάτων ασφαλείας που αναφύονται στην Ευρασία, Μ. Ανατολή και Αφρική.
- Γι αυτό πολιτικοί ηγέτες ας το αντιληφθούν και ας δράσουν έγκαιρα αμβλύνοντας τις αντιθέσεις, πριν οι εξελίξεις σας ξεπεράσουν.