Άρθρο του Στέλιου Φενέκου : ΟΙ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ Η ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

1

 

Το Διεθνές Δίκαιο έχει ως στόχο να ρυθμίσει κυρίως τις σχέσεις μεταξύ κρατών, επιδιώκει δικαιοσύνη και σταθερότητα και έχει οπωσδήποτε επιπτώσεις και στις ζωές  των ανθρώπων.

Θα πρέπει όμως να γίνει αντιληπτό, ότι οι ηθικοί περιορισμοί σχετικά με τη διαπροσωπική βία δεν ισχύουν και για τη διεθνή βία. Επίσης αν εξετάσουμε πολλές αποφάσεις του ΣΑ/ΟΗΕ αλλά και διεθνών δικαστηρίων, θα δούμε ότι κάποιες συχνά μπορεί να θυσιάζουν την δικαιοσύνη προς χάριν του κατευνασμού του ισχυρότερου και της ειρήνης.

Ο  Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών  αναφέρει ότι όλα τα μέλη του ΟΗΕ «θα απέχουν στις διεθνείς τους σχέσεις από την απειλή ή την χρήση βίας ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα ή την πολιτική ανεξαρτησία οποιουδήποτε κράτους».

Υπάρχουν μόνο τρεις εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό:

  • Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ μπορεί να επιτρέψει μια παρέμβαση “για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.”
  • Ένα κράτος μπορεί να συναινέσει στη χρήση βίας από άλλο κράτος στο εσωτερικό του (π.χ. η πρόσκληση της Ρωσίας στη Συρία από τον Άσαντ για συνδρομή εναντίον του ISIS).
  • Εάν ένα κράτος μέλος υποστεί “ένοπλη επίθεση”, μπορεί να λάβει τα αναγκαία και αναλογικά μέτρα για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Επιτρέπεται να το πράξει “μέχρις ότου το Συμβούλιο Ασφαλείας λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας”.

 

  1. Διεθνές Δίκαιο αδικεί τα ανίσχυρα (κυρίως) κράτη που υφίστανται επίθεση

Στην διεθνή ποινική νομολογία όμως  θα βρούμε προβλέψεις που παράγουν εντυπωσιακά άδικα αποτελέσματα, συνήθως με την επιβολή αδικαιολόγητων περιορισμών στη χρήση αμυντικής ισχύος από τον αμυνόμενο, αυτόν που υφίσταται επίθεση ή ένοπλες (και μη ένοπλες ενδεχομένως, από κρατικά ελεγχόμενες μη ένοπλες ομάδες) παρεμβάσεις στη χώρα του.

Για παράδειγμα, σύμφωνα με αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ICJ), τα κράτη δεν δικαιολογούνται  να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική αμυντική ισχύ εναντίον ενός επιτιθέμενου κράτους, όταν η παράνομη δράση του είναι περιορισμένη (ως προς το εύρος και τα αποτελέσματά της π.χ. έρευνες σε υφαλοκρηπίδα ακόμη και με συνοδεία πολεμικών πλοίων) ή έναντι μη ένοπλων κρατικών φορέων που χρησιμοποιούνται από ένα άλλο κράτος ως βάση για  επιθετικές πράξεις (π.χ. γεωτρύπανα που εκτελούν έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του αμυνόμενου).

Επίσης, σύμφωνα με προηγούμενες αποφάσεις του ΔΔΧ ( ICJ), συνάγεται ότι τα κράτη θύματα δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν βία εναντίον κράτους που υποστηρίζει αλλά δεν ελέγχει ένοπλες ομάδες που ξεκινούν παράνομες ένοπλες επιθέσεις (όπως οι παραστρατιωτικές ομάδες που έχουν χρησιμοποιηθεί από πολλές χώρες και εξακολουθούν να  χρησιμοποιούνται ευρέως και από την Τουρκία) ή κατά ενός παράνομου επιτιθέμενου μεταξύ διακριτών επιθέσεων  ή κατά στρατιωτικών στόχων που δεν αποτελούν πηγή προηγούμενης επίθεσης ή ως απάντηση σε μια επίθεση στο παρελθόν προκειμένου να αποτραπούν μελλοντικές επιθέσεις.

Επίσης οι επιτιθέμενοι μπορούν να εκμεταλλευθούν τους άδικους περιορισμούς του διεθνούς δικαίου ως στρατηγικό τους πλεονέκτημα, χρησιμοποιώντας παράνομη ένοπλη δύναμη με τρόπους που δεν ενεργοποιούν το δικαίωμα αυτοάμυνας για το κράτος “θύμα” έναντι του επιτιθέμενου, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ΟΗΕ (π.χ. οι παραστρατιωτικές ομάδες που στέλνει η Τουρκία και δεν αποτελούν τμήμα του τακτικού στρατού της).

  1. Με βάση τα παραπάνω, ποία είναι η σημασία του διεθνούς Δικαίου για κάποιον που καλείται να το εφαρμόσει σε πολιτικό, στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο;

Η πολιτική εξουσία λειτουργεί σε σχέση με το Διεθνές Δίκαιο  σε 4 αντιληπτικά πεδία:

Να αντιλαμβάνεται το Διεθνές Δίκαιο ως Δέσμευση, ως  Στόχο, ως Μέσον ή ως Εμπόδιο.

  1. Το Διεθνές Δίκαιο ως Δέσμευση: Είναι η συνεπής νομική και ηθική άποψη περί του διεθνούς δικαίου, όπου αυτοβούλως η πολιτική το επικυρώνει, το εφαρμόζει με συνέπεια, και το επικαλείται στην ρύθμιση των σχέσεων με άλλες χώρες/οργανισμούς και σε κάθε διεθνή διένεξή της.

Εδώ υπάρχει ο κίνδυνος της υποταγής  της πολιτικής στο διεθνές δίκαιο, σε ένα κόσμο όπου επιδιώκεται το αντίθετο και όπου τα εθνικά συμφέροντα κυριαρχούν έναντι των οιωνδήποτε δεσμεύσεων του διεθνούς δικαίου. Είναι ένα από τα προβλήματα της άκαμπτης ρητορικής πολλών πολιτικών στην Ελλάδα, που υποτάσσουν το εθνικό συμφέρον χωρίς ορθολογισμό στην ανελαστική ερμηνεία των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου. Το γεγονός αυτό βάζει σε δεύτερη μοίρα την πολιτική, επικροτώντας μία νομικίστικη προσέγγιση έναντι της νομικής υποστήριξης των συμφερόντων και της επιβίωσης της χώρας

 

  1. Το Διεθνές Δίκαιο ως Στόχος: Η πολιτική μπορεί να έχει ως στόχο να καθορίσει και να επιβάλλει ορισμένες αξίες ή θεσμούς διεθνούς δικαίου. Στην περίπτωση αυτή η πολιτική επιφέρει τις λύσεις της εις βάρος της οικουμενικότητας και  της ακεραιότητας του διεθνούς δικαίου το αλλοιώνει/στρεβλώνει και το επαναδιαμορφώνει ώστε να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Είναι οι περιπτώσεις π.χ. των παρεμβάσεων των ΗΠΑ σε άλλες χώρες αλλά  και των επιδιώξεων της Τουρκίας σήμερα.

Το 1984, μετά από βομβιστικές επιθέσεις της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Βηρυτό, ο Πρόεδρος Ρέιγκαν εξέδωσε  οδηγία για τη λήψη αποφάσεων εθνικής ασφάλειας:

“Η τρομοκρατική δραστηριότητα που χορηγείται από το κράτος ή οι κατευθυνόμενες απειλές μιας τέτοιας ενέργειας θεωρούνται οι εχθρικές πράξεις και οι ΗΠΑ θα αναλάβουν τιμωρία των χορηγών. Κάθε φορά που έχουμε αποδεικτικά στοιχεία ότι ένα κράτος αναπτύσσει ή προτίθεται να διεξάγει μια τρομοκρατική πράξη εναντίον μας, έχουμε ευθύνη να λάβουμε μέτρα για την προστασία των πολιτών, της περιουσίας και των συμφερόντων μας. “

Η οδηγία προσέφερε τα πρώτα βήματα μιας αλλαγής στην αντίληψη για το διεθνές δίκαιο με σκοπό να αντιμετωπισθούν οι τρομοκρατικές απειλές μέσω της “προληπτικής αυτοάμυνας” κατά των άμεσων αλλά και  πιθανών μελλοντικών απειλών ασφάλειας.

Ο Πρόεδρος  Ομπάμα το 2014 έστειλε επιστολή στα Ηνωμένα Έθνη ανακοινώνοντας σχέδια για “ανάληψη αναγκαίων και ανάλογων στρατιωτικών ενεργειών στη Συρία κατά του Ισλαμικού Κράτους και των στοιχείων της Αλ Κάιντα στη Συρία, βάσει του δικαιώματος αυτοάμυνας του άρθρου 51 για το Ιράκ (που είχε ζητήσει βοήθεια από τις ΗΠΑ) και τους εταίρους μας στην περιοχή και πέρα από αυτήν”.

Η επιστολή αυτή έθεσε επίσης μια αμφισβητούμενη ερμηνεία της αυτοάμυνας: Ισχυρίστηκε ότι όταν ένα κράτος είναι “ανίκανο ή απρόθυμο” να αποτρέψει τη χρήση του εδάφους του για επιθέσεις σε άλλα κράτη, άλλα κράτη μπορούν να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική δύναμη στο έδαφος αυτού του κράτους  για την αποτροπή αυτών των επιθέσεων (εκεί βασίσθηκαν οι δράσεις στη Συρία). Βέβαια οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν οι μόνοι που χρησιμοποίησαν αυτό το επιχείρημα για να παρέμβουν στη Συρία αφού συμμετείχαν η Βρετανία και η Γαλλία.

Ο Tραμπ συνέχισε τις επιχειρήσεις στη Συρία με την ίδια θεωρία – ακόμη και μετά την ήττα του Ισλαμικού Κράτους πάνω σε οποιαδήποτε σημαντική περιοχή.

 

  1. Το Διεθνές Δίκαιο ως μέσον: Η πολιτική αντιλαμβάνεται το διεθνές δίκαιο ως μέσο για την εκπλήρωση ορισμένων πολιτικών συμφερόντων. Σε αυτή την περίπτωση η πολιτική ναι μεν έχει ουδέτερη στάση απέναντι στην διαμόρφωση των κανόνων του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει όμως να το καταστήσει επιλεκτικά εργαλείο της, με κίνδυνο υποβάθμισης της αξίας του, ηθικά και λειτουργικά, στην συνείδηση των πολιτών και την αποδοχή του διεθνώς.

Η πρακτική αυτή θα πρέπει να μας απασχολήσει στις σχέσεις μας με την Τουρκία, δεδομένου ότι η Τουρκία έχει μία ομάδα επιστημόνων οι οποίοι εξαντλούν κάθε δυνατότητα αξιοποίησης της ερμηνείας των διεθνών συνθηκών και τους διεθνούς δικαίου προς όφελός τους και της χρησιμοποίησης τους ως μέσον επιβολής της πολιτικής τους.

Θα πρέπει να απαντήσουμε γρήγορα, με ανάλογο τρόπο  και με ισχυρά επιχειρήματα στην πρακτική αυτή.

 

  1. Το Διεθνές Δίκαιο ως Εμπόδιο: Τέλος, η πολιτική μπορεί να ερμηνεύσει το Διεθνές Δίκαιο ως ένα εμπόδιο στο δρόμο προς την υλοποίηση ορισμένων πολιτικών στόχων. Σε αυτή η κατάσταση είτε η πολιτική επικρατεί έναντι του δικαίου και το διεθνές δίκαιο τείνει να απαξιώνεται αφού δεν καταφέρνει να επικρατήσει, είτε η πολιτική αποτυγχάνει να επικρατήσει και τότε στρέφεται σε άλλα πεδία ενάσκησης της, επιδιώκοντας ταυτόχρονα να μην αναλάβει ή να μειώσει  την υποχρέωση εφαρμογής των κανόνων του.

Αυτό είναι κάτι που καθημερινά συμβαίνει με την Τουρκία, η οποία κάθε φορά που συναντά εμπόδιο στο πεδίο του διεθνούς δικαίου, προσπαθεί να το ακυρώσει, να το αμφισβητήσει και τελικά να το υπερκεράσει, μη αποδεχόμενη τις προβλέψεις και τις αποφάσεις του (π.χ. περίπτωση Κυπριακής κατοχής, όπου δεν τήρησε καμία από τις αποφάσεις του ΣΑ/ΟΗΕ, δεν αποδέχεται τις αποφάσεις  για τους αγνοούμενους της Κύπρου, τα ψηφίσματα για τις γενοκτονίες και ούτε πρόκειται να αποδεχθεί ποτέ οιαδήποτε δυσμενή γι αυτήν απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, σε περίπτωση κοινής προσφυγής μας (ICJ).

 

  1. Καταλήγοντας

Λαμβάνοντας υπόψη το προαναφερθέν μοτίβο των αμερικανικών ερμηνειών και τον τρόπο που αξιοποιεί το δικαίωμα της αυτοάμυνας (και άλλες χώρες επίσης),  είναι εύκολο να να καταλάβουμε γιατί η Τουρκία επικαλείται καταχρηστικά και για κάθε  το δικαίωμα της αυτοάμυνας και της προληπτικής αυτοάμυνας, για να επιτεθεί η ίδια σε άλλες χώρες, κατηγορώντας τες μάλιστα  ότι την απειλούν άμεσα αλλά και στο μέλλον.

Γι αυτό βαφτίζει όλους τους Κούρδους τρομοκράτες, λέει ότι η Ελλάδα την απειλεί με τα όπλα και τον στρατό στα νησιά, ισχυρίζεται ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων είναι επιθετική ενέργεια και ότι αμύνεται με το casus bellι.

Ταυτόχρονα η Τουρκία ενισχύει τις στρατιωτική της δύναμη, πέραν της ύπουλης εκμετάλλευσης του διεθνούς δικαίου, για να επιβάλλει την πολιτική της και γι αυτό κι εμείς θα πρέπει να αντιληφθούμε τα παρακάτω:

  • Ότι η ανελαστική νομικίστικη αντίληψη του Διεθνούς Δικαίου και η ελπίδα ότι θα μας υποστηρίξουν ευρέως για αυτό  είναι αφελώς δεσμευτική και αναποτελεσματική και δεν μας βοηθάει στην ουσία.
  • Ότι χρειαζόμαστε μία ισχυρή νομική κάλυψη, η οποία αφενός να απαντά πλήρως και τεκμηριωμένα στις στρεβλές ερμηνείες και τα επιχειρήματα της Τουρκίας και αφετέρου να υποστηρίζει εργαλειακά τις αναγκαίες διπλωματικές και επιχειρησιακές μας δράσεις στο πεδίο, για την προβολή και προστασία των εθνικών μας συμφερόντων. Το ένα χέρι νίβει το άλλο…!
  • Ότι ναι μεν είναι αναγκαία η ενίσχυσή μας με συμμαχίες αλλά σε κάθε περίπτωση είναι επιτακτική η ενίσχυση της αμυντικής μας ισχύος και μάλιστα πέραν της αποτροπής.  

Διότι έτσι μόνο δημιουργούνται οι δυνατότητες και μπορεί να ανασταλεί και να αντιμετωπισθεί τελικά  επιθετικότητα της Τουρκία.

 

1 σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Εισαγάγετε εδώ το όνομά σας