Ένα παραμύθι για την αγάπη, Υπό Αρτέμιδος Μέγα            

0

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ – ΕΠΙΚΑΙΡΑ

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ

Το παραμύθι ως έκφραση γραπτού λόγου ανήκει στο χώρο της πεζογραφίας. Ιδιαίτερα το παιδικό παραμύθι θεωρείται αναντίρρητα ως μέσον γνώσεως και αγωγής στα πρώτα χρόνια της νηπιακής και παιδικής ηλικίας.Μεγάλος παραμυθάς της αρχαιότητας ο Αίσωπος που γενεές-γενεών γαλουχήθηκαν με τους μύθους του που περιστρέφονταν γύρω από τη ζωή των απλών ανθρώπων και ιδιαίτερα των ζώων.Στην παγκόσμια λογοτεχνία πολλοί λογοτέχνες ασχολήθηκαν με τη συγγραφή μύθων.

Στην Ευρώπη του 20ου αιώνα έχουμε τους αδελφούς Γκρίμ που έγραφαν εκατοντάδες παραμύθια. Και στη χώρα μας έχουμε πολλούς. Ο πιο σύγχρονος και αναγνωρισμένος είναι ο Λ. Τριβιζάς.

Εκείνος όμως που με τη γραφίδα του έδωσε τη δυνατότητα σε γονείς και εκπαιδευτικούς να διαβάζουν Ελληνικά παραμύθια, βγαλμένα μέσα από την καθημερινότητα είναι ο Ακαδημαϊκός και Καθηγητής της Λαογραφίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ο Γεώργιος Αν. Μέγας (αδελφός του πατέρα μου). Η Ακαδημία Αθηνών αξιοποίησε το συγγραφικό έργο του Γ. Μέγα και σε συνεργασία με τον εικονογράφο Ράλλη Κοψίδη ανέθεσε στον εκδοτικό οίκο «ΕΣΤΙΑ» του Ι. Κολλάρου & Σία την έκδοση των παραμυθιών. Τα παραμύθια αυτά προέρχονται από συλλογές του Γ. Μέγα και των Αλ. Αδαμαντίου, της Διαλεχτής Ζευγώλη-Γλέζου, της Γεωργίας Ταρσούλη. Οι φοιτητές του τμήματος Λαογραφίας προερχόμενοι από όλα τα διαμερίσματα της στεργιανής και νησιώτικης Ελλάδος υπήρξαν οι αφηγητές των παραμυθιών τα οποία μεταφράστηκαν και στην Αγγλική γλώσσα.

Το σημερινό παραμύθι δεν είναι παιδικό. Έχει σχέση με το προηγούμενο χρονογράφημά μου Ο ΧΡΟΝΟΣ.

Κι αρχίζει όπως παλιά άρχιζαν τα παραμύθια. «Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη δώστου κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν’ αρχινίσει…»

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα.

Εκεί ζούσαν η ευτυχία, η λύπη, η γνώση, η αγάπη και όλα τα συναισθήματα.

Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε κι έτσι όλοι επισκέυασαν τις βάρκες τους κι άρχισαν να φεύγουν.

Η αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.

Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον πλούτο που περνούσε με μια λαμπρή θαλαμηγό.

Η αγάπη τον ρωτάει: «-Πλούτε μπορείς να με πάρεις μαζί σου;». «-Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο πλούτος «έχω ασήμι και χρυσό στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».

Η αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.

Σε παρακαλώ, βοήθησέ με, πάρε με στο σκάφος σου.

«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω αγάπη, είσαι βρεγμένη και θα μου βρέξεις τα χαλιά, απάντησε η αλαζονεία.

Η λύπη ήταν πιο πέρα κι έτσι η αγάπη αποφάσισε να ζητήσει κι από αυτήν βοήθεια.

«- Λύπη, άφησέ με να έρθω μαζί σου».

«-Ω, αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου», απάντησε η λύπη.

Να και η ευτυχία περνά από μπροστά της αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη που ούτε καν άκουσε την παράκληση της αγάπης.

Ξαφνικά ακούστηκε μια ανδρική φωνή.

«-Αγάπη, έλα προς τα εδώ, θα σε πάρω εγώ μαζί μου».

Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν ενθουσιασμένη και ευγνώμων από την πρόσκληση του κυρίου που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.

Όταν έφτασαν στη στεριά ο κύριος έφυγε και πήρε τον δρόμο προς την πόλη.

Η αγάπη γνωρίζοντας πως χρωστούσε τη διάσωσή της στον κύριο που την έσωσε, ρώτησε τη γνώση

Γνώση, ποιός με βοήθησε;

Ο Χρόνος, της απάντησε η γνώση.

Ο Χρόνος! Απόρησε η αγάπη. Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;

Τότε η γνώση χαμογέλασε και με τη σοφία που τη διακρίνει απάντησε:

«- Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει, πόσο μεγάλη σημασία έχει η αγάπη».

Αφήστε μια απάντηση

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Εισαγάγετε εδώ το όνομά σας