Υπό Αρτέμιδος Μέγα
Διανύοντας την εορταστική περίοδο των εορτών του 12ημέρου καθημερινά, γινόμαστε μάρτυρες περιστατικών που μας δημιουργούν συναισθήματα χαράς, λύπης, προβληματισμού για τα τεκτενόμενα στους δρόμους, στις πλατείες, στα καταστήματα, στα γραφεία και σε άλλους χώρους.
Αυτό γίνεται κάθε χρόνο τον τελευταίo μήνα του χρόνου και μας βάζει στο κλίμα της προσμονής της γέννησης του Θεανθρώπου, της αλλαγής του χρόνου και την εορτή των Θεοφανείων.
Όλο αυτό το διάστημα βρισκόμαστε σε διαρκή κίνηση. Οι δρόμοι γεμάτοι κόσμο που πηγαινοέρχεται κρατώντας πακέτα και ψώνια.
Οι τράπεζες, τα ΑΤΜ, οι εφορίες τα ταμεία λειτουργούν από τις πρωϊνές ώρες για να εισπράξουν τα τέλη κυκλοφορίας, τη δόση του ΕΝΦΙΑ, να εξοφλήσουν τα δάνεια, να πληρώσουν την ασφάλεια του αυτοκινήτου και άλλοι να παραδώσουν τις πινακίδες των αυτοκινήτων. Τα Super Markets γεμάτα κόσμο που ψωνίζει και παραμένει στην ουρά των ταμείων.
Αυτό το πηγαιν’ έλα έχει και το γούστο του. Ακούς και βλέπεις να συμβαίνουν και μερικά περίεργα και ευτράπελα.
Είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς. Αποφάσισα να βγώ για να ψωνίσω. Περπατώ στο δρόμο. Δίπλα μου ένα ζευγάρι. Ακούω να διαπληκτίζονται για το δώρο που θα πάρουν για τη νονά του παιδιούτους. Η κυρία προτείνει να της πάρουν βραχιόλι ή κολιέ. Ο άνδρας προτείνει κάτι πρακτικό. Ένα πουλόβερ, ή ένα φουλάρι. Μπαίνουν σ’ ένα κατάστημα της Ερμού. Τους ακολουθώ διακριτικά. Μπαίνοντας απευθύνονται στη νεαρή πωλήτρια. Της λένε τι θέλουν κι εκείνη κατεβάζει από τα ράφια 5-6 πουλόβερ και τα ακουμπά στον πάγκο. Ο άνδρας ξεχωρίζει ένα σιέλ πουλόβερ λέγοντας «ταιριάζει με τα γαλανά της μάτια». Η γυναίκα αντιδρά λέγοντας ότι το σιέλ χρώμα είναι για νεαρές και δείχνει ένα καφέ σκούρο. Επεμβαίνει η πωλήτρια και ρωτά: Πόσων χρόνων είναι η κυρία που θα πάρει το δώρο;
Ο άνδρας απαντά : κοντά στα σαράντα.
-Μα τι λές χρυσέ μου η Εύη είναι 5-6 χρόνια μεγαλύτερή μου.. (_Η ΑΙΩΝΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ!) Αρχίζει ένα μικρό καυγαδάκι. Η πωλήτρια μένει άναθδη. Τελικά φεύγουν μουρμουρίζοντας!!
Ελπίζω τελικά να της πήραν βραχιόλι ή φουλάρι, κατάλληλο για την ηλικία της (κατά τη γνώμη της κυρίας)
Βγαίνω από το κατάστημα και συναντώ τρείς πιτσιρικάδες. Ο ένας έχει μελόντικα, οι δύο άλλοι τρίγωνα. Ο μεγαλύτερος λέει- καλά τα οικονομίσαμε, εγώ με τα χρήματα που μάζεψα θα πάρω πατίνι. Ο δεύτερος θα πάρω ένα ανατρεπόμενο και ο τρίτος της παρέας ο χοντρούλης θα πάρει γλυκά. Προσπερνώ, στην άκρη του δρόμου, στο πεζοδρόμιο βλέπω ΕΛΑΤΑ. Αναρωτιέμαι αυτός που τα πουλάει είχε άδεια για την υλοτόμηση. Πόσα άραγε να πούλησε; Eδινε αποδείξεις; Tι θα απογίνουν τα έλατα; Μάλλον θα καταλήξουν στα ρείθρα των πεζοδρομίων για μέρες ώσπου να περάσει κάποιο απορριματοφόρο του Δήμου να τα μαζέψει και να καταλήξουν σε κάποια χωματερή. Και λέω μέσα μου: Τι κρίμα!!
Και τώρα βρίσκομαι στην Μητροπόλεως. Μπαίνω στο βιβλιοπωλείο και ζητώ φακέλους μεγάλους διαφόρων χρωμάτων όπου θα τοποθετήσω, αφού προηγουμένως ταξινομήσω τα δεκάδες γραπτά μου, τις επιστολές, τις φωτογραφίες, τα έγγραφα κ.λ.π.
Παίρνω και φακέλους αλληλογραφίας, ένα μπλοκ και μαρκαδόρους.
Πληρώνω και φεύγω.
Τελειώνω τα ψώνια μου. Επισκέπτομαι το ανθοπωλείο της 28ης Οκτωβρίου.
Διαλέγω μια γλάστρα με λευκά κυκλάμινα και τη στέλνω με ευχές στη μαέστρο κα Τερψιχόρη Παπαστεφάνου στην Πεύκη.
Γυρίζω στο σπίτι.
Ετοιμάζω τα υλικά για να κάνω μερικά σαλιάρια (είδος κουραμπιέ με καρυδόψυχα και λάδι) και μια μικρή βασιλόπιτα.
Η πολυκατοικία μας με τα 19 διαμερίσματα, μοσχοβολά. Οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τo πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Οι βεράντες στολισμένες με λαμπιόνια.
Δεν πρόκειται να πάω κάπου. Θα μείνω στο σπίτι και για μια ακόμη φορά θα περιμένω την αλλαγή του χρόνου όπως θα κάνουν όλοι κι ο καθένας από μας ελπίζει και εύχεται να είναι η καλύτερη, πιο αποδοτική, πιο ήσυχη και ευτυχέστερη από την προηγούμενη.
Χτυπά το τηλέφωνο. Πρέπει να κλείσω!
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ