27 Ιανουαρίου: Διεθνής Ημέρα Μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος

0

Ο ΟΗΕ έχει καθιερώσει τις 27 Ιανουαρίου ως Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος. Η ημερομηνία έχει συμβολική χροιά, καθώς αποτελεί την ημέρα που απελευθερώθηκε το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς της Πολωνίας από τον Κόκκινο Στρατό.  Εκεί σημειώθηκε μια από τις μεγαλύτερες θηριωδίες στην ανθρώπινη ιστορία, η «τελική λύση», η εξόντωση δηλαδή του Εβραϊκού πληθυσμού της Ευρώπης αλλά και όσων εθνικών ομάδων και μειονοτήτων δεν ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες ανωτερότητας της άρειας φυλής. Στις ομάδες αυτές σύντομα προστέθηκαν οι αντιφρονούντες και άτομα που επεδείκνυαν «αποκλίνουσα συμπεριφορά». Αρχιτέκτων αυτού του σχεδίου ήταν ο Χάινριχ Χίμλερ, ανώτατος αξιωματικός του Τρίτου Ράιχ.

Οι απαρχές

Η έννοια του Ολοκαυτώματος, παρότι μεταγενέστερη, είναι απόρροια της επεκτατικής θεωρίας που αναπτύχθηκε στη Γερμανία στις αρχές του 20ου αιώνα και κατηύθυνε τη στρατηγική της αυτοκρατορίας κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ουσιαστικά ερείσματα ωστόσο απέκτησε μέσω του έργου του Σουηδού Ρούντολφ Κέλεν ο οποίος θεωρείται ένας από τους πατέρες της γεωπολιτικής. Εκείνος εμφάνισε για πρώτη φορά το κράτος ως έμβιο οργανισμό ο οποίος προκειμένου να μεγαλώσει, έχει ανάγκη από ένα «ζωτικό χώρο», τη γεωγραφική περιοχή που το περιβάλλει και στην οποία μπορεί να αναπτύξει τις δραστηριότητές του. Η επεκτατική θεωρία εμπλουτίστηκε κι αποτέλεσε στη συνέχεια κομβικό σημείο της εξωτερικής πολιτικής του Ναζιστικού Κόμματος, επιδιώκοντας μέσω του εποικισμού τη διεύρυνση της γερμανικής επικράτειας, όπου θα ζούσε με αυτάρκεια αποκλειστικά ένα πανγερμανικό έθνος. Οι ιδέες αυτές βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην κατακερματισμένη απο τη Συμφωνία των Βερσαλλιών μεσοπολεμική Γερμανία. Με βασικό όπλο την προπαγάνδα και τον αντισημιτισμό, το Γερμανικό Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα των Εργατών (NSDAP) εκμεταλλεύτηκε τη δυσαρέσκεια του κόσμου κι ανέλαβε την εξουσία το 1933 με αρχηγό τον Αδόλφο Χίτλερ, ο οποίος ορίστηκε καγκελάριος.

Οι Ναζί στην εξουσία

Η παραμονή του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος στην εξουσία σημαδεύτηκε από μπαράζ επιθέσεων, οικονομικών και φυσικών, εναντίον του Εβραϊκού πληθυσμού της Γερμανίας. Την 1η Απριλίου 1933 ξεκίνησε γενικευμένο μποϊκοτάζ στις εβραϊκές επιχειρήσεις που συνοδεύτηκε από νομοθετικές πράξεις που απέκλειαν τη συμμετοχή των ανθρώπων αυτών στην οικονομική ζωή της χώρας και μείωναν ολοένα και περισσότερο τα πολιτικά τους δικαιώματα. Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής διακρίσεων ήταν η «Νύχτα Των Κρυστάλλων», όταν το βράδυ της 9 προς 10 Νοεμβρίου 1938, ομάδες Ναζί έβαλαν φωτιά σε Συναγωγές σε όλη τη Γερμανία και λεηλάτησαν Εβραϊκά μαγαζιά, τραυματίζοντας εκατοντάδες Εβραίους και στέλνοντας ακόμα περισσότερους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εκατοντάδες χιλιάδες εγκατέλειψαν αυτοβούλως τη χώρα κι αναζήτησαν καταφύγιο στο εξωτερικό. Η Γερμανία ξεκίνησε σταδιακά να εφαρμόζει την επεκτατική της πολιτική, έχοντας ήδη αναδιοργανώσει εν κρυπτώ το στρατό και την αεροπορία της. Έτσι, την 1η Σεπτεμβρίου 1939 εισέβαλε στην Πολωνία. Είχε προηγηθεί η υπογραφή του αμυντικού συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ κάποιες μέρες νωρίτερα, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή της Σοβιετικής Ένωσης στην κατάληψη της Πολωνίας και τον επικείμενο διαχωρισμό της σε σφαίρες επιρροής.

Η ζωή στη Γερμανική ζώνη κατοχής ήταν κάθε άλλο παρά εύκολη. Στις μεγάλες πόλεις δημιουργήθηκαν γκέτο με εξαθλιωτικές συνθήκες διαβίωσης, ενώ οι καθημερινές συλλήψεις, φυλακίσεις κι εκτελέσεις «εχθρών του καθεστώτος», κυρίως δασκάλων, καλλιτεχνών και κληρικών, δημιουργούσαν ένα κλίμα τρόμου. Σύντομα οι φυλακές, αλλά και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία, γέμισαν ασφυκτικά από Πολωνούς κι αποφασίστηκε η δημιουργία ενός νέου, μεγαλύτερου στρατοπέδου έξω από την Κρακοβία, στην πόλη Oświęcim (που μετονομάστηκε σε Άουσβιτς) την άνοιξη του 1940.

Το Άουσβιτς

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς αποτελούσε ένα συγκρότημα 40 στρατοπέδων συγκέντρωσης και εξόντωσης. Από αυτά, τα σημαντικότερα ήταν δύο: το Άουσβιτς Ι και το Άουσβιτς ΙΙ-Μπίρκεναου. Το πρώτο, περιφραγμένο από συρματόπλεγμα, ήταν σχεδιασμένο έτσι ώστε οι κρατούμενοι να πεθαίνουν βασανιστικά από τις απάνθρωπες συνθήκες και την ασιτία. Υπολογίζεται ότι το 1944, στο στρατόπεδο ζούσαν περίπου 20.000 κρατούμενοι οι οποίοι υφίσταντο διαρκή εξευτελισμό, εξοντωτική εργασία και ιατρικά πειράματα υπό την επίβλεψη του διοικητή του στρατοπέδου, Ρούντολφ Ες. Φυσικά δεν έλειπαν και τα σκληρά βασανιστήρια. Εκτιμάται ότι 1.1 εκατομμύρια άνθρωποι ξεψύχησαν στο Άουσβιτς.

Από το 1942 ξεκίνησε η λειτουργία του Άουσβιτς ΙΙ-Μπίρκεναου, του μεγαλύτερου από τα στρατόπεδα του συγκροτήματος -και του φονικότερου. Αρχικά προοριζόταν για χώρος φυλάκισης των πολιτικών κρατουμένων, ο οποίος θα παρείχε στη γερμανική οικονομία δωρεάν εργατικό δυναμικό αλλά τα σχέδια άλλαξαν με την κατάρρευση του ανατολικού μετώπου και την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο. Τρένα κατεύθαναν καθημερινά γεμάτα με κρατούμενους. Κατά την αποβίβαση, γιατροί τούς χώριζαν σε δύο σειρές και όσοι κρίνονταν κατάλληλοι για εργασία μεταφέρονταν στα βάθη του Ράιχ, ενώ οι υπόλοιποι εκτελούνταν μαζικά. Στο έδαφος του Μπίρκεναου βρέθηκαν από το 1942 πάνω από 55.000 ελληνικής καταγωγής Εβραίοι, εκ των οποίων μόλις 1.200 επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη, και πολύ λιγότεροι στις πόλεις καταγωγής τους. Εν αντιθέσει με όλα τα υπόλοιπα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στην είσοδό του δεν υπήρχε η επιγραφή “Arbeit Macht Frei” («η εργασία ελευθερώνει»), καθώς δεν υπήρχε πρόβλεψη να εξέλθει κάποιος ζωντανός.

Σύμφωνα με τα δεδομένα, οι μαζικές εκτελέσεις ήταν αποτέλεσμα πειραματισμού. Το στρατόπεδο το 1944 διέθετε 4 μεγάλους θαλάμους αερίων, ο καθένας χωρητικότητας 2000 ατόμων. 90.000 κρατούμενοι έχασαν τη ζωή τους στο Μπίρκεναου. Όταν όμως άρχισε να διαφαίνεται η επικείμενη ήττα της Γερμανίας, ξεκίνησε η «εκκαθάριση» των αποδεικτικών στοιχείων: τα κρεματόρια κι οι θάλαμοι γκρεμίστηκαν ή ανατινάχτηκαν και κρατούμενοι μεταφέρθηκαν σε άλλες περιοχές. Όταν πλέον μπήκε ο Κόκκινος Στρατός στην Πολωνία, μόνο 7000 κρατούμενοι βρίσκονταν στο Άουσβιτς.

Τα μνημεία

Η Ευρώπη κι ο κόσμος ορκίστηκαν να μην ξεχάσουν ποτέ τα εγκλήματα του ναζισμού αναγείροντας πληθώρα μνημείων. Τρία από τα συγκλονιστικότερα αποτελούν και τις πιο λιτές εκδηλώσεις σεβασμού. Το πρώτο βρίσκεται στο Βερολίνο –και όχι, δεν είναι το μνημείο των θυμάτων του Ολοκαυτώματος στο κέντρο. Κάποια τετράγωνα πιο πάνω, στην πρώην εβραϊκή συνοικία, βρίσκεται μέσα σε ένα πάρκο η εγκατάσταση «εγκαταλελειμμένο δωμάτιο». Πρόκειται για ένα μπρούτζινο τραπέζι με δύο καρέκλες, η μία πεσμένη στο πάτωμα σαν κάποιος να έφυγε ξαφνικά. Το δεύτερο βρίσκεται στο Άμστερνταμ, κι είναι αφιερωμένο στα θύματα του Άουσβιτς. Η εγκατάσταση χρησιμοποιεί έξι κατεστραμμένους καθρέφτες στο έδαφος ώστε «ο ουρανός που καθρεφτίζεται επάνω να φαίνεται για πάντα σπασμένος». Τέλος, το Babelplatz στο Βερολίνο, στο σημείο που το Μάιο του 1933 έγινε η περιβόητη καύση των βιβλίων υπό τον Γκαίμπελς. Το μνημείο είναι ένα υπόγειο με άδειες, λευκές βιβλιοθήκες στους τοίχους κι αποτελεί μια υπενθύμιση ότι το μίσος καλλιεργείται σταδιακά, δεν είναι αυθύπαρκτο. Η επιγραφή από δίπλα φέρει την προφητική ρήση του Χάινριχ Χάινε: «Δεν είναι παρά ένα πρελούδιο. Όπου καίγονται βιβλία, θα καούν και άνθρωποι στο μέλλον».

Οκτώ δεκαετίες αργότερα, η ανάγκη επαγρύπνησης συνεχίζει να είναι επιτακτική. Οι κρίσεις που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, οικονομικές κι ανθρωπιστικές, δε θα πρέπει να μας γυρίσουν στις σκοτεινές εποχές του μεσοπολέμου και να αναζοπυρώσουν ιδέες τυφλού μίσους. Σε τέτοιους καιρούς, το απόφθεγμα της Μίριαμ Όστερ, επιζήσασας του Ολοκαυτώματος, παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ: «Η εκπαίδευση και η μνήμη είναι οι μόνες θεραπείες για τη μισαλλοδοξία».

(Όλες οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο της Ελεονώρας Χατζοπούλου)

 

Αφήστε μια απάντηση

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Εισαγάγετε εδώ το όνομά σας