ΤΟ ΜΑΡΟΥΣΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ
ΕΡΕΥΝΑ – ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΑΥΡΟΣ ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΣ ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ
ΣΤΟ ΜΑΡΟΥΣΙ ΤΟΥ 1949
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΕΣΤΙΑ», 1-11- 1949
Επί χρόνια πολλά – άλλοτε οι Μαρουσιώτες επέμεναν στην αξίωσιν – και το είχαν επιτύχει – να περνούν όλα τα οχήματα από την πλατεία του χωριού τους. Και αυτό, που έχει μισοκαταργηθεί τώρα αποτέλεσε τη χειρότερη διαφήμιση του ωραίου προαστίου. Γιατί απλούστατα, η πλατεία αυτή, με τον στριμωγμένο κόσμο και την έλλειψη απλοχωριάς δεν είναι ασφαλώς το καλλίτερο μέρος του χωριού. Πρέπει να φύγει κανείς από την πλατεία για να χαρεί το γραφικόν προάστιον. Ένα μεγάλο μπράβο έχω να πω, πρώτα-πρώτα στους Μαρουσιώτες για την πάστρα τους. Οι δρόμοι τους λάμπουν, τα σπίτια τους αστράφτουν, όλα με κήπους και με βεράντες, όπου κλαρώνουν άφθονα γιασεμιά, που αρωματίζουν την ατμόσφαιρα. Δεν είναι επαύλεις με αξιώσεις, όπως στην Κηφισιά. Είναι κατοικίες νοικοκυρέων, περιποιημένες, πρασινοστολισμένες, καλαίσθητες. Είδα κι αυτό το ενδιαφέρον: Ένα φορτηγόν αυτοκίνητο, με τρία μεγάλα βαρέλια, να φορτώνει κρασί, με σωλήνες, από μία δεξαμενή ενός κήπου! Πλούτος…
Αλλά αυτό που κάνει εντύπωση – είχα καιρό να μείνω στο Μαρούσι – είναι η πρόοδος των μαγαζιών τους. Έχει βάλει κάτω σ΄ αυτό όλα τα προάστεια. Έχει π.χ. ψωμάδικα, φούρνους, εφωδιασμένους με σύγχρονες συσκευές, που είναι σε θέση να προσφέρουν, κάθε στιγμή ωραίο ζεστό κι αφράτο ψωμί και όλα τα είδη της αρτοποιίας, με το εσωτερικό τους ντυμένο με πλακάκια πολυτελείας, με βιτρίνες αισθητικά τακτοποιημένες, με προσωπικό καθάριο, λευκοφορεμένο, πολιτισμένο και που ξέρει να πακετάρη σε κάτασπρο χαρτί ό,τι ψωνίσετε – ακόμη και το ψωμί σας! Θυμίζουν άψογα ψωμάδικα καλών Παρισινών συνοικιών.
Εστάθηκα σε ένα μικρό μανάβικο, να καμαρώσω τον εξαίσιο τρόπο που μια κυρία – γιατί επρόκειτο περί κυρίας – καλοβαλμένη στο φλογάτο φουστάνι της τακτοποιούσε τα φρούτα και τα ζαρζαβατικά της εποχής στις κομψές βιτρίνες και τα συνδύαζε σαν «νατύρ-μορτ» έτοιμες για το πινέλο του ζωγράφου. Βλέπετε στην οδό Ερμού – γιατί έχουν και στο Μαρούσι οδό Ερμού – ζαχαροπλαστεία, μπακάλικα και μικρά καταστήματα νεωτερισμών, που έχουν βάλει τα γυαλιά, όχι μόνο στην Κηφισιά, αλλά (ως μικρογραφίες, βέβαια) και σ΄ αυτή την πρωτεύουσα.
Μου χρειάσθηκε ένα σωληνάριο πενικιλλίνη. Μπήκα σε ένα μικρό φαρμακείο (αλλά τι καθαρό και τι κομψά βαλμένο) με την ανησυχία για το τι θάβρισκα – προ πάντων αν θα ήξεραν να συντηρούν το σωτήριο φάρμακο. Άνοιξαν αμέσως ένα πελώριο ηλεκτρικό ψυγείο που ήταν σε μια γωνιά και μου προσέφεραν αυτό που ζητούσα, σε θαυμασία κατάσταση και με γάζες, βαμβάκι και δύο μικρούς ρολούς «λευκοπλάστ» αντί επτά χιλιάδων δραχμών!… Ομολογώ ότι τους χάρηκα και δεν τους τόκρυψα. Τους έσφιξα το χέρι…
Στην επάνω πλατεία τους όπου ο σταθμός του Ηλεκτρικού (πότε θα λειτουργήσει άραγε;) τα κηπαριά τους περιποιημένα, καταλουλουδισμένα, τα παγκάκια τους καθαρά, ο κόσμος πρόσχαρος. Ήταν Κυριακή του εράνου. Τα δέματα έβγαιναν σωρηδόν, από τα σπίτια, στον δρόμο. Και οι μαθήτριες των σχολείων σβέλτες, τρεχάτες, εύθυμες τα σώριαζαν και τα κουβαλούσαν στις εκκλησίες:
- «Το Μαρούσι πρέπει να ξεπεράση όλα τα προάστεια!..» φωνάζουν.
Είναι φανατικοί στον φανατισμό τους. Και ίσως αυτό να εξηγεί και την πρόοδό τους: Το Μαρούσι επάνω από όλα! Είναι τόσο τοπικισταί, ώστε η μεγάλη καμπάνα της εκκλησίας δεν κτυπά παρά μόνον όταν πεθαίνει ντόπιος. Για τους ξένους σημαίνει η μικρή!…
ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ