Σε τρεία σημεία της πόλης του Αμαρουσίου λατρεύεται ο Άγιος Νικόλας, που η Εκκλησία τιμά την μνήμη του σήμερα 6 Δεκεμβρίου, ο “Άη Νικόλας που είναι της γης και του πελάου”. Ο Άγιος προστάτης των ναυτικών και των ξενιτεμένων, στήριγμα στις φουρτούνες της θάλασσας και στις φουρτούνες της στεριάς. Πηγή δύναμης, παρηγοριάς και στήριξης μέχρι το “καράβι” της ζωής να δέσει σε ήρεμο λιμάνι.
Ο Ιερός ενοριακός Ναός του Αγίου Νικολάου επί των οδών Αγίου Νικολάου και Ελ. Βενιζέλου έχει χτιστεί γύρω στο 1965 και αργότερα ενώ αγιογράφος του είναι ο Πέτρος Βαμπούλης. Πριν το 1933 φαίνεται πως παλαιότερος ναός που προϋπήρχε ως μικρό εξωκκλήσι με δίρριχτη κεραμοσκεπή κατεδαφίστηκε προκειμένου να χτιστεί ο νέος ενοριακός ναός.
Ο ρυθμός του σήμερα τρίκλιτη βασιλική με τρούλο. Πρόκειται για έναν μεγαλοπρεπή ναό με πολύχρωμα θαυμάσια βιτρώ περιμετρικά στα ανοίγματα του τρούλου που του προσδίδουν ένα ξεχωριστό ύφος και χρώμα αφήνοντας το φως να περνά μέσα από τα χρωματιστά τζάμια.
«Ένα κερί στο Ναό του Αγ. Νικολάου Αμαρουσίου στις Καμάρες» γράφει ο Νίκος Ι. Κωστάρας στο φύλο του ΑΘΜΟΝΙΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ με αρ.145, στις 6 Δεκ. 1996 και στις ανεκτίμητες σελίδες των γραφομένων του διασώζει όλη την ιστορία του ενοριακού ναού του Αγίου Νικολάου και μαζί κομμάτι από την ιστορία και τη λαογραφία της πόλης. Αναφέρει λοιπόν στη διήγησή του «Από το 1983 που εγκαταστάθηκα στο Μαρούσι στην ενορία του Αγ. Νικολάου ανάβω τακτικά ένα κερί στον Αγιοθαλασσίτη, τον προστάτη των Ναυτικών, των προσφύγων και των ξενιτεμένων. Και απορεί κανείς πως στο Μαρούσι υπάρχουν τρεις ναοί του Αγ. Νικολάου, σα να ήταν παραλιακός ή νησιώτικος χώρος: Φαίνεται οι ξενιτεμένοι ή θαλασσοβρεγμένοι ήσαν κάποιοι παλιοί Μαρουσιώτες που ήρθαν από τα νησιά και από την Μικρά Ασία. Ρίζωσαν οι θαλασσοδαρμένοι πρόσφυγες και θέλησαν να τιμήσουν τον προστάτη τους και υπερασπιστή τους από τους κινδύνους της θάλασσας «Τον Άη Νικόλα που είναι της γης και του πελάου».
Για αυτό βρέθηκαν τρεις παλιές εκκλησίες, μικροί ναΐσκοι προς τιμήν του Αγίου Νικολάου.
Ο ναός του Αγίου Νικολάου στον Πέλικα ανακαινισμένο ιστορικό μνημείο στην ενορία των Αγίων Αναργύρων. Το ερειπωμένο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου των Χωματιανών – Λογοθέτη στην ενορία του Αγίου Θωμά, που δυστυχώς καταρρέει χωρίς στέγη με κίνδυνο να χαθούν «τα πολύτιμα σπαράγματα αρχαίων επιγραφών» φωνή βοώντος – αδιαφορία.
Και ο ναός του Αγίου Νικολάου, στις καμάρες στο Τριανέμι, στη Μπάμπια, στην παλιά ενορία του Αγίου Δημητρίου από το παλιό ρημοκλήσι του Αγίου Δημητρίου, που αναφέρει ο αξέχαστος Φώτης Κόντογλου χτίστηκε πριν το 1622 με υλικά αρχαϊκού ναού του 4ου π.Χ. αι. όπως μαρτυρεί η εύρεση ενός αναθηματικού ανάγλυφου στο ναό. Από το 1972 έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο το ρημοκλήσι του Αγίου Δημητρίου και έχει αναλάβει την συντήρησή του η 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Και τα γράφω αυτά γιατί λειτουργεί μέχρι σήμερα. Αυτά σαν παρένθεση για υπενθύμιση στις αρμόδιες αρχές.
Και τώρα θα αναφερθώ, μάλλον θα τιμήσω τον ενοριακό ναό του Αγίου Νικολάου που βρίσκεται επί της οδού ελευθερίου Βενιζέλου και Αγίου Νικολάου, θεμελιώθηκε στο μικρό εξωκλήσι με τη δίρριχτη κεραμοσκεπή. Ένας μονόκλινος ναΐσκος του Αγίου Νικολάου, όπως σημειώνεται σ΄ένα χάρτη της Αττικής, που σχεδίασε το 1814 ο γνωστός Γάλλος χαρτογράφος Barbie de Bocage.
Με τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 μικρασιάτες πρόσφυγες έφτασαν και ρίζωσαν στο Μαρουσιώτικο χωριό και ανακαίνισαν το εκκλησάκι. « Το μικρό τότε εκκλησάκι γίνεται σχολείο με δυο τάξεις, ο Άγιος Δημήτριος το ίδιο, πάνω από το φούρνο του Παπασυμεών λειτουργεί Δημοτικό και αργότερα το σχολαρχείο και όταν πια τα πράγματα μπαίνουν σε κάποια τάξη αδειάζουν και τα δημοτικά σχολεία αρχίζουν να λειτουργούν τον επόμενο χρόνο», αυτά διασώζει ο αείμνηστος Γιάννης Μπουλμπάσης.
Οι Μικρασιάτες λοιπόν έθεσαν σε λειτουργία το εκκλησάκι και πρώτος ιερέας έγινε ο φλογερός π. Νεκτάριος Παπαδόπουλος (1922 – 1927), που έδωσε πνοή στο εκκλησίασμα, στους 50 περίπου ενορίτες. Το 1927 ο γνωστός καπνοβιομήχανος Ν. Μαργαρίτης εξ Αγρινίου ανακαίνισε το ναΐδριο στη μνήμη του αγαπημένου μικρού γιου του, που πέθανε εκείνη την εποχή. Ένας μαρμάρινος πτερωτός άγγελος καθαγιάζει το μνήμα του στο Κοιμητήριο Αμαρουσίου.
Ακολούθησαν κι άλλοι ευεργέτες μεταξύ αυτών και ο δραστήριος Γεώργιος Χαϊμαντάς – Δήμαρχος Αμαρουσίου – που παραχώρησε χώρο για το προαύλιο της εκκλησίας.
Αργότερα αξιόλογος ευεργέτης ήταν ο αιγνουσιώτης – εφοπλιστής Ιωάννης Λύρας. Επίσης οι Παπαδημητρίου, Καίσαρη, Παπουτσάνη κ.α.
Από το 1977 ιερουργούσε ο αείμνηστος π. Παντελής Τζαβέλας, ο πασίγνωστος Παπατζαβέλας. Ήρθε από το Δραγόι Ολυμπίας (από την Ανδρίτσαινα) και εγκαταστάθηκε στο Μαρούσι με την πρεσβυτέρα του Φωτεινή Πολύδωρα το 1939. Αρχικά ήταν εφημέριος στα Μελίσσια και από το 1947 στο ναό του Αγίου Νικολάου, όπου άφησε την πνοή του (1975). Ανακαίνισε το μικρό εκκλησάκι ενώ το 1965 μαζί με τον Μητροπολίτη Ιάκωβο έθεσαν τα θεμέλια του σημερινού μεγαλοπρεπούς βυζαντινού ναού: πράγματι έχει βυζαντινή όψη και ανακαινίσθηκε από τον αρχιτέκτονα Βασίλη Νικολαΐδη ενώ η αγιογράφηση συνεχίζεται από τον αγιογράφο Πέτρο Μαμπούλη. Παραπλεύρως του παρεκκλησίου της Αγίας Μαρίνας, που μέχρι προ τριετίας χρησιμοποιείτο και ως διδασκαλία του κατηχητικού σχολείου διαμορφώθηκε καταλλήλως για προσφορά καφέ στα μνημόσυνα αλλά και ως πνευματικό κέντρο.
Και όλα αυτά με τις άοκνες προσπάθειες του σεβάσμιου πρωτοπρεσβύτερου π. Ιακώβου Ευδαίμονος και π. Γεωργίου Παπαδάκη και του νεοδιορισθέντα π. Βασίλη Βότση.
Προσπαθούν αθόρυβα με απλότητα και ταπεινότητα να διακονήσουν το κατάμεστο πλήρωμα, που κατακλύζει το ναό του Αγίου Νικολάου σε πείσμα της αλλοτριωμένης εποχής με τη βοήθεια του Αγιοθαλασσίτη για να σώσει το κλυδωνιζόμενο Ελληνικό πλοίο. Ένα κερί στον Άγιο Νικόλα, τον προστάτη των θαλασσινών και των ξενιτεμένων γιατί ο Άγιος Νικόλας αποτελεί ελπίδα και δυναμικό προσκλητήριο για το σημερινό άνθρωπο της καταναλωτικής κοινωνίας. Παραμένει μια ελπιδοφόρα προστατευτική δύναμη και είναι φύλακας στον κάθε ναυτιλλόμενο, στον κάθε ξενιτεμένο, στον κάθε αδικημένο. Στυλώνει τον γονατισμένο άνθρωπο ανοίγοντας παράθυρο ελπίδας στις ώρες φουρτούνας της θάλασσας και της ζωής».
Άγιος Νικόλαος των Χωματιανών
Κατεβαίνοντας την Λεωφ. Κηφισίας, στο ύψος του Παραδείσου βρισκόμαστε πλέον στην περιοχή που σύμφωνα με χάρτες της οθωμανικής εποχής, γύρω στο 1807 βρίσκεται το κάτω Μαρούσι. Η περιοχή του Αγίου Θωμά που ξεκινά λίγο πριν τον Παράδεισο Αμαρουσίου, την εποχή εκείνη ήταν γνωστή ως «Χωματιανός» ή Λογοθέτη-Χωματιανός ή «οικισμός Λογοθέτη», όπως αναγράφεται σε κείμενα του 1840 και είχε πάρει αυτές τις ονομασίες από τον ιδιοκτήτη του χωριού Ιωάννη Χωματιανό Λογοθέτη, ιερέα, την μεταβυζαντινή περίοδο. Σημειώνεται πως η οικογένεια Χωματιανού-Λογοθέτη ήταν από της μεγαλύτερες οικογένειες γαιοκτημόνων της περιοχής με μεγάλες εκτάσεις στην κατοχή της, στα πιο εύφορα σημεία της πόλης. Ελαιώνες και κτήματα στα οποία πολλοί Μαρουσιώτες της εποχής δούλευαν ως εργάτες.
Στο κέντρο αυτού του τότε χωριού δέσποζε το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου που όπως φαίνεται αποτελούσε και το κεντρικό σημείο του συνοικισμού. Πρόκειται για εκκλησία ρυθμού μονόκλιτης βασιλικής με ημικυκλική αψίδα ιερού διαστάσεων 5,10 χ 7,30.
Για αυτό τον ναό ο Ν. Κωστάρας γράφει σε φύλλο της εφημερίδας μας με τίτλο «Το ερειπωμένο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου Χωματιανών»
«Επισκέφθηκα το ερειπωμένο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου των Χωματιανών επί της οδού Ανδρέα Πουρνάρα και Διονύσου. Μια μικρή μονόκλιτη βασιλική με ημικυκλική αψίδα ιερού, διαστάσεων 5,10 x 7,30 , ερειπωμένο σήμερα χωρίς στέγη, με κίνδυνο να καταστραφούν τα πολύτιμα στηρίγματα αρχαίων επιγραφών στους τοίχους της.
Όπως αναφέρει ο ιστοριοδίφης Τάκης Πολιτόπουλος στο αξιόλογο βιβλίο του «ΜΑΡΟΥΣΙΩΤΙΚΑ» «στο παλιό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, βρέθηκε στα μέσα του περασμένου αιώνα από τον Γερμανό αρχαιολόγο Η. G. Lolling, εντοιχισμένη μια μαρμάρινη πλάκα, κομμάτι από το σύνορο του αρχαίου Ιερού της Αμαρυσίας Αρτέμιδος. Πολύτιμες πληροφορίες παρέχει ο H. G. Lolling σε ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στο δελτίο του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου το 1880, με τίτλο «Καινούριο σύνορο της Αμαρυσίας Αρτέμιδος». Γράφει σχετικά ο διακεκριμένος αρχαιολόγος: «…Πέρα από τον αμαξωτό δρόμο εκτεινόμενο χώρο, ιδιοκτησίας οικογένειας Λογοθέτη, κοντά σε μερικά σπίτια και περιτριγυρισμένος από κυπαρίσσια υπάρχει ο ναός του Αγίου Νικολάου, λίγα λεπτά αριστερά από το δρόμο που οδηγεί στο Μαρούσι , απέχων ένα τέταρτο. Αριστερά από την πόρτα αυτής της εκκλησίας πριν από πολλά χρόνια βρήκα μια λοξή εντοιχισμένη από Πεντελικό μάρμαρο πλάκα (μήκος 0,20 μ. , πλάτος 0,16 μ. ), στην οποία αφού αφαίρεσα το σοβά, ανεγνώρισα ένα αντίστοιχο ταίρι με την ήδη γνωστή μαρουσιώτικη συνοριακή επιγραφή.
Η επιγραφή αναφέρει: «ΟΡΟΣ ΙΤΕΜΕΝΟΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ» και όπως σημειώνει ο κ. Πολιτόπουλος, κατά τη γνώμη των Ελλήνων ειδικών η φόρμα του οροσήμου είναι αρχαϊκή και όχι αρχαϊζουσα, όπως έγραφε το 1880 ο Γερμανός Αρχαιολόγος H. G. Lolling, που την πρωτοανακάλυψε. Αυτό το ερειπωμένο εκκλησάκι έχει αρχαιολογική αξία από τις εντοπισμένες αρχαίες επιγραφές, αλλά και πολύ μεγάλη αξία για την τοπική ιστορία. Χτίστηκε από τη μεγάλη οικογένεια του Λογοθέτη, μέσα στο αγρόκτημά του προς τιμή του Αγίου Νικολάου σε μνήμη των προσφιλών προσώπων του. Κοντά στο εγκαταλειμμένο εκκλησάκι υπήρχε ένα εικονοστάσι του Αγίου Νικολάου, που είναι αναμμένο το καντήλι του, από ευσεβείς προσκυνητές. Ατένισα το βλέμμα του Αγιοθαλασσίτη και μου φάνηκε δακρυσμένο, όταν άναψα ένα κερί, ένα δικαιολογημένο παράπονο γιατί οι παλιοί Μαρουσιώτες είχαν μια βαθειά θρησκευτική πίστη, ενώ σήμερα τα πάντα διαβρώνονται από αλλοτρίωση της καταναλωτικής κοινωνίας. Άγιε Νικόλα, σώσε μας…».
Παρεκκλήσι Αγίου Νικολάου
Ένα ακόμα πανάρχαιο παρεκκλήσι με ιστορία και ρίζες στην εποχή που οι αρχαίοι Αθμονείς λάτρευαν την Αμαρύσια Άρτεμη.
Βρίσκεται στον λόφο Πέλικα νοτιοδυτικά του Ιερού Ναού των Αγίων Αναργύρων, δυτικά και πολύ κοντά στον Ιερό Ναό Παναγίας Νερατζιώτισσας. Ο ρυθμός του είναι μονόκλιτη καμαρόσκεπη βασιλική. Οι μαρτυρίες λένε πως ανήκε σε γνωστή οικογένεια απόγονων βυζαντινών κατοίκων της περιοχής. Υπάρχουν και κάποιες πληροφορίες που θέλουν το ιερό της Αμαρύσιας Ατρέμιδος να βρισκόταν σε αυτό το εκκλησάκι καθώς είναι χτισμένο με ενσωματωμένα υλικά αρχαίων ιερών, με εντοιχισμένη στην δυτική του πλευρά μια επιγραφή με αναφορά στο αρχαίο ιερό, δηλαδή αριστερά της πόρτας του.
Σύμφωνα πάλι με μαρτυρία του 1833 βρισκόταν όρθιο το μισό κτήριο με φθαρμένες αγιογραφίες και η κόγχη του ιερού πάνω στην οποία ξεχώριζε η Παναγία. Οι περίοικοι συνέχιζαν να ανάβουν καντήλι και θυμιατήρι ως το έτος 1945 περίπου. Την ίδια περίοδο οι απόγονοι των ιδιοκτητών συμπλήρωσαν τα τμήματα τής τοιχοποιίας πού έλειπαν, προσέθεσαν νάρθηκα και νέα στέγη και άρχισε πάλι να λειτουργεί. Σήμερα βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση ενώ τοιχογραφίες από παλιά δυστυχώς δεν σώζονται.
Ο Βίος του Αγίου
Ο Νικόλαος γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου του 270 στα Πάταρα της Λυκίας (σημερινό Γκελεμίς Τουρκίας) από γονείς ευσεβείς και πλούσιους και έτυχε επιμελημένης μόρφωσης. Αφού μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς, χειροτονήθηκε ιερέας και αγωνίστηκε για τη διάδοση της χριστιανικής πίστης, προστατεύοντας συγχρόνως κάθε αδύνατο, πάσχοντα ή αδικούμενο. Η άνοδός του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο των Μύρων της Λυκίας (σημερινό Ντεμρέ Τουρκίας), προκάλεσε την οργή των ειδωλολατρών, οι οποίοι των συνέλαβαν και τον υπέβαλαν σε βασανιστήρια.
Αποφυλακίστηκε μετά την επικράτηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου και αφοσιώθηκε στο ποιμαντικό του έργο. Έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325), όπου διαμορφώθηκε εν πολλοίς το χριστιανικό δόγμα, με την καταδίκη της αίρεσης του Αρείου. Εκοιμήθη εν ειρήνη στις 6 Δεκεμβρίου του 343. Μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλύτης», επειδή τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν άγιο μύρο. Στον Άγιο Νικόλαο αποδίδονται και πολλά θαύματα.
Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων του βρίσκονται σήμερα στη Βασιλική του Αγίου Νικολάου στο Μπάρι της Ιταλίας κι ένα μέρος τους στον ναό του Αγίου Νικολάου στο νησάκι Λίντο της Βενετίας. Η μεταφορά τους στην Ιταλία έγινε επί βυζαντινού αυτοκράτορος Αλεξίου Β’ Κομνηνού (1180-1183), όταν τα Μύρα κατακτήθηκαν από τους Σελτζούκους Τούρκους και υπήρχε κίνδυνος να τα καταστρέψουν.
Στην ελληνική λαϊκή παράδοση η εορτή του Αγίου Νικολάου αποτελεί το τέλος του εορταστικού τριημέρου που ονομάζεται «Νικολοβάρβαρα» και είναι ταυτισμένα με το δυνατό κρύο και τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Σχετικές οι παροιμίες: «άε Βαρβάρα φύσα, άε Σάββα βρέξον, αε Νικόλα σόντσον (χιόνι) στα ποντιακά, «Τα Αγιονικολοβάρβαρα ή βρέχει ή χιονίζει» και «Βαρβαρίτσες, Νικολίτσες, όπου να’σαι μέσα να’σαι».
Ο Άγιος Νικόλαος τιμάται ιδιαίτερα σε όλο τον ελληνικό χώρο από τους ανθρώπους της θάλασσας. Είναι προστάτης των ναυτικών, του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Είναι ο πολιούχος Άγιος της Αλεξανδρούπολης, του Βόλου, του Γαλαξειδίου, της Κοζάνης, του Πολύγυρου, της Σητείας και της Σύρου.