Ο Ι. Ναός της Παναγίας Βλαχερνών βρίσκεται στο Μαρούσι επι της Λεωφ. Κηφισίας βορειοανατολικά του Παραδείσου. Πρόκειται για ναό βυζαντινού ρυθμού που σήμερα αποτελεί ενοριακό ναό. Η αρχιτεκτονική του είναι σταυροειδής μετά τρούλου και ἐξωτερική επένδυση με μαρμαρόπετρα. Ο ναός έχει κτιστεί με τη φροντίδα της οικογένειας Μιμηκοπούλου, και αλήθεια είναι πως έχει γίνει με πολύ μεράκι και προσοχή στην χρήση των κατάλληλων υλικών, πέτρα καί μάρμαρο Πεντέλης και Ἰωαννίνων.
Ένα τάμα προς την Παναγία των Βλαχερνών του αντίστοιχου προαστίου της Κωνσταντινούπολης σύμφωνα με μαρτυρίες πρέπει να είναι το κέντρο της οικογένειας Μιμηκόπουλου για την ανέγερση αυτού του Ναού. Η κατασκευή του ξεκίνησε στα μέσα του 1950 σε ιδιόκτητο οικόπεδο της οικογενείας Κωνσταντίνου Μιμηκοπούλου και αργότερα γύρω στο 1960 δωρήθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Άττικῆς από την Ταρσή χήρα Κωνσταντίνου Μιμηκοπούλου
Γύρω στο 2000 ξεκίνησε να λειτουργεί και το πνευματικό καί πολιτιστικό κέντρο του Ναού.
Για την εκκλησία γράφει ο Ν. Ι. Κωστάρας σε φύλο του ΑΘΜΟΝΙΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ με τίτλο «Η Παναγία των Βλαχερνών στον Παράδεισο Αμαρουσίου»
«Στον Παράδεισο Αμαρουσίου επί της Λεωφόρου Κηφισίας, ορθώνεται μια όμορφη νεόκτιστη εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών, που γιορτάζει στις 2 Ιουλίου «Τα Καταθέσια», την εορτή της καταθέσεως τιμίας εσθήτος της Θεοτόκου. Στη μνήμη της Παναγίας των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία υπήρξε κέντρο πολλών και πνευματικών ανατάσεων.
0 φημισμένος ναός στην Πόλη χτίστηκε με τις φροντίδες της αυτοκράτειρας Πουλχερίας κατά το 435 επί βασιλείας του Μαρκιανού, αφιερωμένος στην Θεοτόκο, που δεν είναι μονάχα η Στρατηγός, η Υπέρμαχος αλλά και η κατ’ εξοχήν πηγή της θεραπείας, η προστάτισσα των αρρώστων και των αδυνάτων, η Ελπίδα του Γένους στις ημέρες της δυστυχίας του και του κατατρεγμού.
Ο λαός της πόλης την ονομάζει «Αψηλοχερούσα» γιατί οι εικόνες της την παριστάνουν με τα χέρια ανοιχτά, απλωμένα στους ουρανούς σε στάση προσευχής. Είναι η «Επίσκεψις» η Παναγία η Βλαχερνιώτισσα, που σκέπει «ταις πρεσβείαις» της το Γένος. «Επιθαλάσσιος δε ο Νεώς εστί» (Προκόπιος).
Στα χρόνια της βασιλείας του Λέοντα Α’ (457 -474) δύο πατρίκιοι αδελφοί της Πόλης, ο Γάλβιος και ο Κάνδιδος, ταξίδεψαν στους Αγίους Τόπους και στην Καπερναούμ, πληροφορήθηκαν για το κρυμμένο σ’ ένα ξύλινο κιβώτιο το «Μαφόριο» της Παναγίας… Έκλεψαν το «ωμοφόριο» το 458 και το έφεραν στην Πόλη: Η είδηση μαθεύτηκε γρήγορα και οι πατρίκιοι αναγκάστηκαν να ανακοινώσουν το μυστικό στον Αυτοκράτορα Λέοντα Α’, ο οποίος έκρινε πως ένα τόσο πολύτιμο κειμήλιο έπρεπε να έχει δικό του ναό να το φυλάει. Έτσι το τοποθέτησε στη μικρή εκκλησία της Παναγίας, που είχαν κτίσει στις Βλαχέρνες λίγα χρόνια ενωρίτερα οι αυτοκράτορες Μαρκιανός και Πουλχερία. Μάλιστα ο Αυτοκράτορας συμπλήρωσε την εκκλησία εκείνη μ’ ένα ειδικό παρεκκλήσι. Και εκεί, κλεισμένη σε αργυρόχρυση θήκη (σορόν) «της Θεοτόκου η εσθής απετέθη ήτις εξ ερίων ευφθάρτων εξυφασμένη και στημόνων ομοειδών και ομοχρόων αδιάφθαρτος εστί και αδιάλυτος μέχρι του νυν, της αεί παρθένου το θαύμα σαφώς κηρύττουσι» κατά το χρονογράφον του 13ου αιώνα Ιωήλ. Γι’ αυτό και ονομάστηκε και «Εκκλησία της Αγίας Σορού» και μια ειδική εορτή καθιερώθηκε από τότε για να θυμίζει το μεγάλο γεγονός. Είναι τα «Καταθέσια», η κατά θέση του αγίου πέπλου της Θεοτόκου, που πανηγυρίζει στις 2 Ιουλίου η Εκκλησία μας με τους αιωνόβιους ύμνους της.
Ο Ιουστινιανός τη μεγάλωσε και τη χώρισε σε τρία κλίτη με δύο κιονοστοιχίες από μάρμαρο της Πάρου. Ήτο μία από τις ωραιότερες και μεγαλύτερες εκκλησίες της Κωνσταντινουπόλεως. Μάλιστα από της Εποχής των Κομνηνών (11ος αι.) ο ναός των Βλαχερνών προσέλαβε μεγαλυτέραν αίγλην «διότι η βασίλειος αυλή εγκατεστάθη εις τα αυτόθι παλάτια».
Καταστράφηκε δύο φορές από πυρκαΐά. Το 1070 την πρώτη φορά και ανακαινίστηκε από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ (1071 – 1078) και το 1434 τη δεύτερη φορά για να μείνει ο ιερός χώρος για ένα χρονικό διάστημα τριών αιώνων έρημος. Το1860 θεμελιώθηκε ο σημερινός μικρός ναός που στεγάζει το αγίασμα. Στα μάτια, όμως, των πιστών, που πάνε να προσκυνήσουν τη χάρη της διατηρεί την ίδια αίγλη και λαμπρότητα, που είχαν στη θέση της τα μεγάλα ιερά των βυζαντινών αιώνων. Καταστροφές υπέστη και το 1955 για να ανακαινιστεί μετά, ώστε στις 26 Ιουνίου 1960 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας να καθαγιάσει άλλη μια φορά το σκήνωμα της Παναγίας.
Η Εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών συνδέθηκε με πολλά και μεγάλα ιστορικά γεγονότα κατά την πολύχρονη ζωή της. Το 626 κατά την πολιορκία των Αβάρων, η εικόνα της Θεοτόκου της Εκκλησίας των Βλαχερνών, περιφέρθηκε στα τείχη και έσωσε την Πόλη, κατά την Παράδοση, από τον κίνδυνο. Κάτω από τους θόλους της ψάλθηκε ο Ακάθιστος Ύμνος για πρώτη φορά. Στα 635 ο Πατριάρχης Σέργιος παραλαμβάνει εδώ τον Τίμιο Σταυρό, που έστειλε ο Ηράκλειος από την Ιερουσαλήμ για να τον σώσει από τις επιδρομές των Αράβων. Στα 717 ο Αραβικός στόλος πολιορκεί για δεύτερη φορά την Κωνσταντινούπολη και φτάνει στην παραλία των Βλαχερνών. Την επομένη χρονιά (15 Αυγούστου 718) με τη βοήθεια της Υπερμάχου Στρατηγού, ο στόλος των Αράβων καταστρέφεται από το ελληνικό πυρ.
Στο όνομα της Παναγίας των Βλαχερνών χτίστηκαν αρκετές μονές και εκκλησίες, όπως η I. Μονή της Άρτας, της Κυλλήνης στην Ηλεία και πρόσφατα η I. Μονή Βλαχερνών, στη Βλαχέρνα της Αρκαδίας. Στην Αττική υπάρχουν ναοί της Παναγίας των Βλαχερνών, στην Παλλήνη, στο Κερατσίνι και στον Παράδεισο Αμαρουσίου. Μάλιστα, άρχισε να χτίζεται το 1960 όταν στην Κωνσταντινούπολη καθαγιαζόταν ο ίδιος ναός από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα. Και χτιζόταν από το ζεύγος Ταρσή και Kωνσταντίνο Μιμικόπουλο, χαρτοβιομήχανοι από την Κωνσταντινούπολη που αγόρασαν το οικόπεδο με την παρότρυνση και συμπαράσταση του πρώτου ιερέως, π. Ιακ. Στρατουδάκη. Δυστυχώς, οι Μιμικόπουλοι πέθαναν, αλλά το έργο της ανοικοδομήσεως συνεχίστηκε με τη συνδρομή και άλλων ευεργετών, όπως της Αντιγόνης Μουσούρη, του Σταύρου Ελμαόγλου, του Γ. Αποστολόπουλου (Ιατρικό Κέντρο), του Αιγνουσιώτη Αναστασίου Διαμαντάρα και άλλων πιστών κυρίως Κωνοταντινουπολιτών από το Παγκράτι και τον Περισσό.
Τον Μάιο του 1982 επήρε φωτιά με μεγάλη ζημιά αλλά συνεχίστηκε η ανακαίνιση, με τις αξιόλογες προσπάθειες του νέου δραστήριου εφημέριου π. Νικολάου Μητράκου (13/6/1982). Μαζί με τον π. Παναγιώτη Χρυσομέρη τελείωσαν την πλακόστρωση του Ναού και το Κωδωνοστάστο, ενώ ξεκινούν την ανέγερση του Πνευματικού Κέντρου με τις ευλογίες του Μητροπολίτου Αττικής. Επίσης, η αδελφότητα «ΕΥΝΙΚΗ» προσφέρει αξιόλογη βοήθεια καθότι η ενορία είναι μικρή, με προβλήματα στη μονοδρόμηση και όχι αξιόλογη ανταπόκριση από τις υπάρχουσες πολυεθνικές εταιρίες της περιοχής.
Με τη συμπαράσταση του Μητροπολίτου και των πιοτών ενοριτών και Κωνσταντινουπολιτών ο ακούραστος π. Χρήστος Κατσούλης αξιοποίησε δημιουργικά το Πνευματικό Κέντρο.
Ένα κερί, λοιπόν, άναψε στις 2 Ιουλίου στην Παναγιά των Βλαχερνών, τιμώντας τη μνήμη της και ζητώντας τη βοήθεια της, αλλά και διατηρώντας τις παραδόσεις μας»