Άγιος ανακηρύχθηκε ο πατέρας Αθανάσιος Χαμακιώτης από το Οικουμενικό Πατριαρχείο

0

Διετέλεσε εφημέριος στην Παναγία τη Νερατζιώτισσα στο Μαρούσι.

Μια φωτισμένη πνευματική μορφή που έζησε και υπηρέτησε με ταπεινότητα και καθημερινή αφοσίωση προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ο πατέρας Αθανάσιος Χαμακιώτης ανακηρύχθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως Άγιος. Ο πατέρας Αθανάσιος Χαμακιώτης άφησε το αποτύπωμά του ανεξίτηλο στην Μαρουσιώτικη κοινωνία καθώς διετέλεσε εφημέριος του Ιερού Παρεκκλησίου της Παναγίας της Νεραντζιώτισσας για πάνω από 30 χρόνια. Όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν, να ακούσουν το κήρυγμα και τη διδαχή του αλλά και να βιώσουν το μεγαλείο της ανυπέρβλητης, ανιδιοτελούς αγάπης, προσφοράς του και ελεημοσύνης προς όποιον είχε ανάγκη να τον συντρέξει μιλούσαν για έναν άνθρωπο «άγιο» ανάμεσα σε θνητούς. Αυτός ο ξεχωριστός και ενάρετος βίος και η πνευματική υπόσταση του πατέρα Αθανάσιου Χαμακιώτη αναγνωρίστηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανακηρύσσοντάς τον ως Άγιο. Η μνήμη του θα τιμάται στις 17 Αυγούστου ενώ από την Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού προγραμματίζονται εκδηλώσεις προκειμένου να εορταστεί με κάθε λαμπρότητα το μεγάλο αυτό γεγονός.

Ο π. Αθανάσιος, κατά κόσμον Γεώργιος Χαμακιώτης, γεννήθηκε το 1891 σε ένα μικρό ορεινό χωριό των Καλαβρύτων, την Τουρλάδα. Δεύτερο «Παπουλάκο» τον ονόμαζαν οι χωριανοί. Σε ηλικία 15 χρόνων έγινε δόκιμος μοναχός στην Αγία Λαύρα, όπου μόναζε και ο θείος του, Ιερομόναχος π. Χαρίτων Αναγνωστόπουλος και μετά από επταετή δοκιμασία και αφού τελείωσε την Ιερατική σχολή Άρτης, εκάρη μοναχός με το όνομα Αθανάσιος.

Σε ηλικία 25 ετών χειροτονήθηκε διάκονος και στις 14 Σεπτεμβρίου 1921 σε ηλικία 30 ετών πρεσβύτερος ενώ το 1931 ήρθε στην Αθήνα για λόγους υγείας, όπου υπηρέτησε για λίγο στην Ανάληψη, τη Γλυφάδα, τη Μάνδρα και το 1936 διορίστηκε εφημέριος στην Παναγία τη Νερατζιώτισσα στο Μαρούσι.

Εκεί έζησε μέχρι το 1963 και ανεπανάληπτες έχουν μείνει οι Θείες Λειτουργίες και οι Ακολουθίες που τελούσε, η φιλανθρωπία του καθώς και αμέτρητο είναι το πλήθος των ανθρώπων που ανεπαύθησαν στο πετραχήλι του. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια της αγίας του ζωής έζησε σε ένα μικρό μοναστηράκι, την «Παναγία τη Φανερωμένη», που το έφτιαξε ο ίδιος στη σημερινή Ροδόπολη (Μπάλα) Αττικής. Εκεί βρίσκεται, το κελάκι του με τα προσωπικά του αντικείμενα, η Κάρα του και τα λείψανά του αλλά και ο τάφος του. Ο π. Αθανάσιος, ο ευλαβής, ο ελεήμων και πολύπειρος πνευματικός, εκοιμήθη εν Κυρίω στις 17 Αυγούστου του 1967, 76 ετών, πλήρης ημερών και καλών έργων.

Στις 23 Οκτωβρίου του 2014, 47 χρόνια μετά την οσιακή κοίμησή του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού κ. Κύριλλος, τέλεσε τη Θεία Λειτουργία στο Καθολικό του Ησυχαστηρίου, συμπαραστατούμενος υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αργολίδος κ. Νεκταρίου και του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Επιδαύρου κ. Καλλινίκου. Μετά την Θεία Λειτουργία έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του οσίου Γέροντος, με πολλή συγκίνηση ο Σεβασμιώτατος κ. Κύριλλος πήρε στα χέρια του την τιμία κάρα και ευλόγησε τούς παρισταμένους.

Τα ιερά λείψανα ετοιμάστηκαν από τούς πατέρες και μετεφέρθησαν στο Καθολικό και εν συνεχεία στο κελί του Γέροντα ενώ ύστερα από λίγες ώρες έγινε αισθητή η παρουσία του αφού μια άρρητη ευωδία πλημμύρισε το κελί του και όλο το χώρο του Ησυχαστηρίου. Έκτοτε, ο Γέροντας δεν σταματά να δείχνει την ζωντανή παρουσία του, στο Μοναστήρι αλλά και σε όλη την Ελλάδα, με θαύματα και σημεία, βεβαιώνοντας πως υπάρχει ακόμη ένας πρεσβευτής προς τον θρόνο της Χάριτος.

Κατόπιν τούτων, το 2017, με την συμπλήρωση 50 χρόνων από την Οσιακή Κοίμηση του Γέροντος Αθανασίου, ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας, πραγματοποίησε τις απαραίτητες ενέργειες, προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, και το σεπτό κέντρο της Ορθοδοξίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, προκειμένου να αγιοκαταταχθεί και να αναγραφεί το όνομα του π. Αθανασίου στις επίσημες Αγιολογικές Δέλτους της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Η απάντηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει ως εξής:

«Ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑπό τήν προεδρία τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κυρίου Βαρθολομαίου, κατά τήν Συνεδρία τῆς 16ης Νοεμβρίου 2023, ἀποφάσισε τήν κατάταξη ἐν τῷ Ἁγιολογίῳ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου (Χαμακιώτου), ἱδρυτοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Παναγίας Φανερωμένης Ροδοπόλεως Ἀττικῆς καί ἐφημερίου ἐπί πολλά ἔτη τοῦ ἱστορικοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Παναγίας Νεραντζιωτίσσης Ἀμαρουσίου.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολίς μας ἀγάλλεται καί χαίρει εἰς τήν ἀκοήν τῆς ἀνωτέρω Ἀποφάσεως τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὁ ἑορτασμός τῆς μνήμης αὐτοῦ ὁρίστηκε τήν 17ην  Αὐγούστου ἑκάστου ἔτους, ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς του κοιμήσεως, καί τήν 23ην Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν αὐτοῦ λειψάνων».

Στο βιβλίο του Δήμου Αμαρουσίου και της Εφημερίδας ΑΘΜΟΝΙΟΝ ΒΗΜΑ με τίτλο «΄Ένα κερί στις εκκλησιές του Μαρουσιού» αναφέρεται η φωτισμένη προσωπικότητα του πατρός Αθανάσιου Χαμακιώτη. Παραθέτουμε το απόσπασμα

Σταθμό για την ιστορία του Ιερού Παρεκκλησίου, αλλά και του Αμαρουσίου γενικότερα αποτελεί η ευλογημένη παρουσία ως εφημερίου του Ιερομονάχου Αθανασίου Χαμακιώτη. Ο μακαριστός Γέρων π. Αθανάσιος τοποθετήθηκε εφημέριος στη Νεραντζιώτισσα το 1936 μέχρι το 1963 ενώ σημαντικό και σπουδαίο ήταν το φιλανθρωπικό του έργο. Στο βιβλίο του Αρχιμ. Νεκταρίου Αντωνόπουλου με τίτλο Ιερομόναχος Αθανάσιος Χαμακιώτης αναφέρονται περιστατικά από τη ζωή και το έργο αυτού του φωτισμένου Πατέρα καθώς και τη ζωή των κατοίκων γύρω από τη Νερατζιώτισσα.

Γράφει λοιπόν σε ένα σημείο για τον πατέρα Αθανάσιο «Όταν είχε εξομολόγηση κι ερχόταν η ώρα του εσπερινού κάποιας ακολουθίας διέκοπτε κι έκανε κανονικά την ακολουθία. Οι επισκέπτες του θυμούνται ένα παλιό ρολόι στο σπίτι όπου έμενε, το οποίο είχε ρυθμίσει να χτυπάει την ώρα του εσπερινού. Έτσι, αν εξομολογούσε, ή συζητούσε με κάποιον και χτυπούσε το ρολόι, διέκοπτε με τη γνωστή φράση:

  • Α! εσπερινός! Να κάνουμε εσπερινό και μετά συνεχίζουμε.

Ακόμη κι αν ήταν άρρωστος δεν διενοείτο να χάσει ακολουθία. Φώναζε το νεοκόρο και την διάβαζαν στο κελλί του.

Όταν ο καιρός ήταν άσκημος κι έβρεχε ή χιόνιζε πάλι η ακολουθία γινόταν στο κελλί. Έλεγε όμως στο νεοκόρο:

-Παιδί, χτύπα την καμπάνα.

-Μα πατέρα, ποιός θα έρθει τώρα με τόσο άσχημο καρό; Έξω χιονίζει…

Ο γέροντας όμως σκεφτόταν διαφορετικά.

-Παιδί, δεν θα έρθει κανένας, αλλά όταν χτυπήσει η καμπάνα, θα την ακούσουν και κάποιος χριστιανός θα σηκώσει το χέρι του να κάνει το σταυρό του!

Του άρεσε να μαθαίνουν να ψέλνουν τα μικρά παιδιά που τον βοηθούσαν τις καθημερινές. Λίγο πιο κάτω από τη Νερατζιώτισσα ζούσε μια οικογένεια. Ο μικρός Β. είχε ωραία κατανυκτική φωνή και βοηθούσε στο αναλόγιο. Όταν ερχόταν η ώρα, ο γέροντας, έβγαινε στην γωνία του σπιτιού και φώναζε:

-Παιδί, εσπερινός! Παιδί, παράκληση!

Και ο μικρός άφηνε το παιχνίδι του κι έτρεχε χαρούμενος να τον υπηρετήσει.»

Σε άλλο σημείο μιλά για τον εορτασμό της Εκκλησίας στις 8 Σεπτεμβρίου και αναφέρει «Με ιδιαίτερη λαμπρότητα γιόρταζε το πανηγύρι της Νερατζιώτισσας στις 8 Σεπτεμβρίου. Από μέρες πριν προετοιμάζοταν. Με τη βοήθεια των πνευματικών του παιδιών ευτρέπιζαν το ναό, και το γύρω χώρο. Πάντοτε καλούσε τον Μητροπολίτη, ο οποίος ερχόταν ανελλιπώς, γιατί εκτιμούσε βαθύτατα τον π. Αθανάσιο. Το μεσημέρι παρέθετε πλούσια τράπεζα. Χαιρόταν, ζούσε πραγματικά τη μεγάλη γιορτή της Παναγιάς μας». Και σε άλλο σημείο του βιβλίου γράφει για τις Κυριακάτικες Λειτουργίες που γίνονταν αφορμή συνάντησης και πνευματικής αναζήτησης για τους Μαρουσιώτες της εποχής «Το κήρυγμα είχε και συνέχεια. Έπειτα από τη Θεία Λειτουργία προσφερόταν κέρασμα, καφές, γλυκό κ.λ.π. όπως στα μοναστήρια και ακολουθούσε ομιλία, ή συζήτηση πάνω σε πνευματικά θέματα. Οι πρώτοι που ξεκίνησαν και συμμετείχαν σ΄αυτήν την ευλογημένη συνήθεια ήταν οι Δημ. Κοτομάτας- η ψυχή της προσπάθειας-ο στρατηγός Αθαν. Καλαμπόκης, ο Κων. Παπαδημητρίου, ο Δημ. Δούσης. Συμμετείχαν συχνά οι μετέπειτα Μητροπολίτες Λαρίσης Ιάκωβος (Σχίζας), Άρτης Ιγνάτιος (Τσιγκρής) κ.α. η συνάντηση γινόταν το καλοκαίρι έξω στα πεύκα και το χειμώνα μέσα στην εκκλησία. Ο γέροντας, αφού τελείωνε την κατάλυση, συμμετείχε στη συνάντηση, με έκδηλη ικανοποίης και χαρά κυρίως που έβλεπε τόσους άνδρες να παραμένουν.

Μέσα απ’ αυτές τις συναντήσεις οικοδομήθηκαν έρρηκτες φιλίες, βοηθήθηκαν άνθρωποι υλικά και πνευματικά και η ταπεινή Νερατζιώτισσα, παρότι δεν ήταν τυπικά ενορία ή μοναστήρι, λειτούργησε ουσιαστικά σαν ενορία-πρότυπο, σαν οικογένεια και σαν μοναστήρι μέσα στον κόσμο, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Μερικοί ιερείς προβληματίζονταν από την προσέλευση του κόσμου στη Νερατζιώτισσα. Έλεγαν μάλιστα : Λειτουργεί το παρεκκλήσι και αδειάζουν οι ενορίες

 

Αφήστε μια απάντηση

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Εισαγάγετε εδώ το όνομά σας